χωρίς άλλη αναβολή

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

71 ~ Βάλτερ Μπένγιαμιν: το τίμημα που πλήρωνα για το αίσθημα ασφάλειας

Η θριαμβική στήλη
Αυτό το περιστύλιο ήταν η Κόλαση, το δεξιό αντίθετο του φωτοστέφανου, που σχηματιζόταν επάνω, γύρω από την απαστράπτουσα Νίκη. Πολύ συχνά υπήρχε κόσμος εκεί επάνω. Στο φόντο του ουρανού, το περίγραμμά τους ήταν μαύρο και έμοιαζαν με τις φιγούρες των αυτοκόλλητων εικόνων μου. Έτσι μου ερχόταν να πάρω ψαλίδι και κόλλα και μετά από κοπιαστική εργασία, να κολλάω τέτοιες κουκλίτσες στους πυλώνες, πίσω από τα όπλα, ανάμεσα στους κίονες κι όπου αλλού μου άρεσε. Πλάσματα μιας τέτοιας χαρούμενης αυθαίρετης διάθεσης σαν της δικής μου ήταν εκεί, πάνω στο φως, οι άνθρωποι. Ήταν Αιώνια Κυριακή γύρω τους, ή μόνο αιώνια επέτειος της μάχης του Σεντάν;

* *

Τίαργκάρντεν
Έξω, ίσως και να έβρεχε. Ένα από τα χρωματιστά τζάμια ήταν ανοιχτό και στο ρυθμό των σταγόνων συνεχίσαμε να ανεβαίνουμε τη σκάλα. Όμως, από τις καρυάτιδες και τις ατλαντίδες, τους ερωτιδείς και τις πομόνες, που τότε με αντίκριζαν, πιο προσφιλείς μού ήταν τώρα εκείνες οι σκονισμένες ενάρετες γυναίκες του κατωφλιού, που φυλάσσουν την είσοδο στο Είναι ή στην Εστία. Γιατί ήταν εκεί για να προσμένουν. Τους ήταν αδιάφορο αν αυτός που περίμεναν ήταν ξένος, η επιστροφή των αρχαίων θεών, ή το παιδί που τριάντα χρόνια πριν έσερνε τη σάκα του μπροστά στα πόδια τους. Με το συμβολισμό τους, η παλιά Δύση έγινε η αρχαία Δύση, αυτή από την οποία φτάνουν οι δυτικοί άνεμοι στους ναυτικούς, που απαλά κωπηλατούν τη λέμβο τους με τα μήλα των Εσπερίδων πάνω στα νερά του Λάντβερκανάλ , για να τα αποθέσουν στη γέφυρα του Ηρακλή. Και πάλι, όπως στα παιδικά μου χρόνια, η Λερναία Ύδρα και το Λιοντάρι της Νεμέας πήραν τη θέση τους στο δάσος, γύρω από την πλατεία Γκρόσερ Στέρν.

* *

Μπλούμεσχοφ
Η αθλιότητα δεν μπορούσε να έχει καμία θέση σ' αυτά τα δωμάτια, αφού ούτε ό ίδιος ο θάνατος μπορούσε να έχει. Δεν υπήρχε θέση για να πεθάνει κανείς μέσα σ' αυτά. Έτσι οι ένοικοί τους πεθαίνανε στα σανατόρια, αλλά τα έπιπλα κατέληγαν στους εμπόρους από τους πρώτους κιόλας κληρονόμους. Ο θάνατος δεν προβλεπόταν από αυτούς. Αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο αυτά τα δωμάτια φαίνονταν τόσο άνετα την ημέρα, και μετατρέπονταν τη νύχτα σε θέατρο κακών ονείρων. Η σκάλα που άρχιζα να ανεβαίνω αποδεικνυόταν ότι ήταν το φρούριο ενός εφιάλτη που στην αρχή έκανε τα μέλη μου εντελώς βαριά και αδύναμα, για να με μαγεύσει στη συνέχεια και να με παραλύσει, ενώ λίγα βήματα μόνο με χώριζαν από το επιθυμητό κατώφλι. Τέτοιου είδους όνειρα ήταν το τίμημα που πλήρωνα για το αίσθημα ασφάλειας.

μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου
από το βιβλίο Walter Benjamin: Τα παιδικά χρόνια στο Βερολίνο στο χίλια εννιακόσια
Εκδόσεις Άγρα, 2005


Κάθε πάθος αγγίζει τα όρια του χαοτικού, αλλά το πάθος του συλλέκτη αγγίζει τα όρια του χάους των αναμνήσεων.
* *
Οι γνήσιες πολεμικές προσεγγίζουν ένα βιβλίο με την ίδια τρυφερότητα που ένας κανίβαλος προσθέτει καρυκεύματα σ' ένα μωρό.
* *
Δεν υπάρχει κανένα γραπτό πολιτισμού που να μην είναι ταυτοχρόνως και γραπτό βαρβαρισμού.
* *
Να είσαι ευτυχής είναι να μπορείς να έχεις επίγνωση του εαυτού σου χωρίς φόβο.

(μτφ: Ιωάννα Μοάτσου-Στρατηγοπούλου)


Walter Bendix Schönflies Benjamin (1892-1940)
Στις 27 Σεπτεμβρίου, στο Πορτμπού της Καταλονίας, με χάπια μορφίνης. Έχοντας διασχίσει τα γαλλοϊσπανικά σύνορα - στην προσπάθειά του να διαφύγει για να γλιτώσει από τους Γερμανούς -, εξαντλημένος, άρρωστος, και απελπισμένος από τον εκβιασμό Ισπανού συνοριακού ότι η Ισπανία δεν μπορούσε να τον δεχθεί (μαζί με την ομάδα εβραίων φυγάδων που ακολουθούσε) και ότι το επόμενο πρωί έπρεπε να επιστρέψει στην Γαλλία όπου τον περίμεναν οι γαλλικές αρχές για να τον παραδώσουν στην Γκεστάπο.



(φωτογραφία της Charlotte Joel από: medienkunstnetz.de)


Ακόμα:
- Βάλτερ Μπένγιαμιν: Επαίτες και πόρνες, στα αυτοβιογραφικά

από Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ.. _Permalink ---> 29.1.12 0 comments

Κυριακή 8 Ιανουαρίου 2012

70 ~ Πάολο Ιασβίλι: Τα κουρασμένα μάτια ζητούν τον ύπνο

Η σκιά στο κρύο

Η βροχή, η βροχή, το κρύο το λιβάδι, η αδύναμη σκιά.
Ποια είναι αυτή, και ποιος ο δρόμος; Κρύωνει η σκιά η αδύναμη
Μια στέγη ήθελε... Άργησε στο κρύο, με παγωμένη την ανάσα
Θα περπατάει για πολύ χωρίς να φτάνει πουθενά.

Έρχεται ο θάνατος... Για πού το 'βαλες ή από πού μας έρχεσαι;
Τα κουρασμένα μάτια ζητούν τον ύπνο, το σούρουπο κοντεύει.
Ένα κοράκι πίσω έμεινε από το σμήνος
Πονεμένε ταξιδιώτη, να βρεις τη νύχτα και να κλάψεις.

Δεν ξέρει ο άνεμος την ιστορία του λιβαδιού σε ποιον να τραγουδήσει
Δεν ξέρει η βροχή σε ποιανού την πόρτα μπροστά πικρά να κλάψει
Με τα κουρέλια τού ταξιδιώτη, ο κόρακας θα ζεσταθεί τις κρύες νύχτες
Ειρήνη σε όλους εκείνους που εκεί έξω θα πεθάνουν το χειμώνα!

Από μία λυρική διάθεση

Ποτέ δεν είχα νιώσει, έτσι αδύναμο πουλάκι ζαρωμένο
Μια αγάπη τόσο απέραντη, καρδιά να ξεχειλίζει
Σ' εσένα στρέφομαι και σε καλώ, αγάπη, σε προσμένω -
Τα μάτια μου το μαρτυράνε.

Τα βάσανά μου κι η χλομάδα, η αιώνια στραβωμάρα
Ούτε μια λέξη δεν νοώ στων αλλωνών τα λόγια
Τόσο μικρός και τόσο άγαρμπος, όλες τις λύπες έχω δοκιμάσει -
Όλα αυτά, ω ποθητή μου ομορφιά, εσύ τα 'χεις σφραγίσει.

Όταν πια δεν αντέχονταν η απελπισμένη αναμονή
Τότ' εμφανίστηκες εσύ, τότε η ζήλια μού 'τρωγε τα σωθικά.
Ηρέμησε, καλή μου, μη φοβάσαι το ασήμι στους κροτάφους -
Μια αχτίδα που προστέθηκε στην τόση αγάπη!

Τα τριάντα εφτά μου χρόνια πέρασαν
Όπως η σχέση του ζωγράφου με το αγαπημένο χρώμα.
Μαζί μου να είσαι, μ' εμέ τον θαρραλέο
Ίούτες τις μέρες τις μεγάλες κάθε στιγμή μαζί να πορευτούμε.

Ία μαύρα προμηνύματα μη σε σκοτίζουν
Όταν αδιάφορα απλώνεται στη νύχτα η σιωπή
Ίδια φοβερή όπως ο πόλεμος που πλησιάζει
Ίδια φοβερή όπως η σφαίρα που ετοιμάζεται να με βρει.


Paolo Iashvili პაოლო იაშვილი (1894–1937)
Στις 22 Ιουλίου, με πυροβόλο όπλο, στην Ένωση Συγγραφέων Γεωργίας, στην Τιφλίδα (Τμπιλίσι). Προσαρμοσμένος στην σοβιετική ιδεολογία, μετά από πιέσεις του Μπέρια που τον είχε "ανταμείψει" με την τοποθέτησή του ως μέλος της Πανακαυκασιανής Κεντρικής Επιτροπής, και έχοντας ήδη καταγγείλει συναδέλφους του ως "εχθρούς του λαού", δεν άντεξε πλέον να ενδώσει για μια ακόμα φορά - με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο - στην εκβιαστική πρόταση του Μπέρια ή να καταδώσει τον φίλο του, ποιητή Τιτσιάν Ταμπίτζε, ή να συλληφθεί και να βασανισθεί ο ίδιος από την ΝιΚαΒεΝτέ.
(Τρεις μήνες μετά την αυτοκτονία του, ο Τιτσιάν Ταμπίτζε συνελήφθη με χαλκευμένες κατηγορίες, υπέστη βασανιστήρια και εκτελέσθηκε τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς.)



-πρωτότυπη φωτογραφία: jazzmena.wordpress.com

- Τα ποιήματα είναι από την Ανθολογία Γεωργιανής Ποίησης, 19ος-20ός αιώνας
Μετάφραση από τα γεωργιανά: Άνι Τσικοβιάνι
Ανθολόγηση και απόδοση στα ελληνικά: Δημήτρης Νόλλας
Εκδόσεις: Καστανιώτης, 2001 - με την χορηγία του Υπ. Πολιτισμού


Link:
- Ο Πάολο Ιασβίλι στο μετά τιμής

από Κατερίνα Στρατηγοπούλου-Μ.. _Permalink ---> 8.1.12 0 comments